του Βαγγέλη Μητράκου
Με ξετρελαίνουν οι αποθήκες στα χωριά…
Τοίχος – ντουβάρι ασοβάτιστο, κεραμίδια παλιακά πλακωμένα με πέτρες μην τα πάρει ο αέρας, «παράσπιτο» με λαμαρίνες παραδίπλα, πόρτες ετοιμόρροπες μα πάντα όρθιες, χωρίς τζάμια, μια αυλή, μπροστά, γεμάτη από δημιουργική ακαταστασία… εδώ ένας κηπάκος με λίγες κολοκυθιές, αγριοχόρταρα δώθε-κείθε, ξύλα όρθια και πεσμένα που κανείς δεν ξέρει από πού ήρθαν και πού θα βρεθούν, κοτρώνες μικρές και μεγάλες απ’ τα χρόνια του Θεού, ένα κοτετσάκι φτιαγμένο με ξύλα και λαμαρίνες που έχει νικήσει το νόμο του κέντρου βάρους και της κατακόρυφου, απάνω του διαφορα σκουριάρικα εργαλεία κι ανάμεσα σ’ όλα αυτά μια κότα κόκκινη που σγαρλίζει εδώ κι εκεί ψάχνοντας κάνα σκουλήκι και κάνα σπόρο.
Με ξετρελαίνουν οι αποθήκες στα χωριά…