Τα Επιμελητήρια των πυρόπληκτων νομών απέστειλαν επιστολή προς τους υπουργούς Οικονομικών κ. Χαρδούβελη, Ανάπτυξης κ. Δένδια και τον αναπληρωτή υπουργό Οικονομικών κ. Σταϊκούρα, σχετική με τα δάνεια των επιχειρήσεων των νομών που επλήγησαν από τις μεγάλες πυρκαγιές του 2007. Με αυτήν προτείνουν μία σειρά μέτρων ανακούφισης των επιχειρηματιών που λόγω της οικονομικής κρίσης, της μεγάλης πτώσης του κύκλου εργασιών και παράλληλα λόγω της αύξησης της φορολογίας, των φόρων στα ακίνητα, τις ασφαλιστικές εισφορές κλπ αδυνατούν να αντεπεξέλθουν στην αποπληρωμή των τόκων των εν λόγω δανείων, πολλώ δε μάλλον στην αποπληρωμή μέρους του κεφαλαίου τους.
Όπως αναφέρεται στην επιστολή “τα Επιμελητήρια των πυρόπληκτων νομών, λαμβάνοντας υπόψη τις ανεξέλεγκτες δυσμενείς οικονομικές συνθήκες κάτω από τις οποίες καλούνται να επιβιώσουν εκατοντάδες χιλιάδες ελεύθεροι επαγγελματίες και μικρομεσαίες επιχειρήσεις και την εξαγγελία νέων δυσβάστακτων μέτρων, εκφράζουν την αγωνία τους και την απόγνωσή τους, γιατί τα νέα φορολογικά και άλλα εισπρακτικά μέτρα θα οδηγήσουν τους επιχειρηματίες, την επιχειρηματικότητα και την κοινωνία στην απόλυτη και τελειωτική εξόντωση”.
Κρούοντας τον κώδωνα του κινδύνου για τη σοβαρότητα της κατάστασης και εστιάζοντας την προσοχή τους στο σοβαρό ζήτημα των επιχειρηματικών δανείων των πυρόπληκτων νομών, προτείνουν τα εξής:
1. Την εξαίρεση των πυρόπληκτων επιχειρήσεων από την κατάργηση των εγγυήσεων του δημοσίου.
Είναι ανάγκη να υπάρξει διάλογος με τη συμμετοχή τραπεζών, Επιμελητηρίων και δημοσίου για την εξεύρεση λύσεων, με στόχο τη βιωσιμότητα των επιχειρήσεων των πυρόπληκτων νομών.
2. Περίοδο χάριτος και επιπλέον παράταση της περιόδου χάριτος για 2 έτη.
Το παραπάνω μέτρο θα συμπεριλαμβάνει εγγυημένα και μη εγγυημένα δάνεια, καθώς και δάνεια τα οποία έχουν καταγγελθεί. Θα πρέπει να αποφασισθεί άμεσα, καθώς σύμφωνα με τα ισχύοντα προβλέπεται να γίνει καταγγελία των δανείων από τις τράπεζες, μετά την 30ή Ιουνίου 2014, που σημαίνει καταστροφή για τις επιχειρήσεις και μεγάλες απώλειες για το δημόσιο.
3. Μείωση επιτοκίου.
Η υπ’ αριθμ. 36579/Β.1666/27-8-2007 υπουργική απόφαση καθόριζε ως επιτόκια, το εκάστοτε επιτόκιο των ΕΓΕΔ, δωδεκάμηνης διάρκειας, της τελευταίας έκδοσης πριν από την έναρξη της περιόδου εκτοκισμού, προσαυξημένο κατά 70% πλέον εισφοράς του ν. 128/75 και ίσχυε η πιο κάτω εικόνα όσον αφορά τα επιτόκια:
Το επιτόκιο ΕΓΕΔ ήταν 4,18%, ενώ το EURIBOR 12 μηνών ήταν 4,764%.
Σήμερα το επιτόκιο ΕΓΕΔ είναι 4,85% και το EURIBOR 12 μηνών 0,33%
Άρα θα πρέπει το επιτόκιο των ρυθμίσεων να αποδεσμευτεί από το ΕΓΕΔ και να
προσαρμοστεί το EURIBOR, διαφορετικά επιβαρύνονται δυσανάλογα οι επιχειρήσεις και το ελληνικό Δημόσιο, όσον αφορά τη συμμετοχή του στην επιδότηση του επιτοκίου. Σαφώς, η ρύθμιση θα πρέπει να περιλαμβάνει τη ρήτρα πως το επιτόκιο θα έχει μεγίστη οροφή το 5%, για τη χρονική περίοδο μετά το 2017, όπως έγινε και με τη δκαετή ρύθμιση που έκανε η Eurobank.
4. Επιμήκυνση των δανείων με συνολική περίοδο αποπληρωμής τα 25 χρόνια, διότι η πραγματική εικόνα της οικονομίας, όπως διαμορφώθηκε από την οικονομική κρίση, συνέβαλε στο κλείσιμο εκατοντάδων μικρών και μεγάλων επιχειρήσεων και στη ραγδαία αύξηση της ανεργίας.
Για την επιμήκυνση των δανείων τα Επιμελητήρια προτείνουν δύο κατηγορίες:
Στην πρώτη (δάνεια ρύθμισης οφειλών), που η διάρκεια αποπληρωμής τους είναι 10 χρόνια (+2 χρόνια παράταση), να επεκταθεί στα 25 χρόνια με τοκοχρεωλυτική αποπληρωμή.
Στη δεύτερη (δάνεια χορήγησης νέων κεφαλαίων κίνησης), που η διάρκεια είναι 5 χρόνια (+2 χρόνια παράταση), να επεκταθεί συνολικά στα 15 χρόνια με τοκοχρεωλυτική αποπληρωμή.
Κλείνοντας την επιστολή, οι πρόεδροι των Επιμελητηρίων κάνουν έκκληση για λιγότερους φόρους, λιγότερη λιτότητα και χρηματοπιστωτική ανάσα στον επιχειρηματικό τομέα, διαφορετικά εκφράζουν τη βεβαιότητα πως τα λουκέτα θα αυξηθούν με γεωμετρική πρόοδο.