Επιμελητήρια: Τι συζήτησαν στο υπουργείο Οικονομικών για τα πυρόπληκτα δάνεια

Σε συνέχεια των συντονισμένων πρωτοβουλιών και ενεργειών των Επιμελητηρίων των πυρόπληκτων νομών (Λακωνίας, Ηλείας, Μεσσηνίας, Αρκαδίας, Αχαΐας και Ευβοίας), για την εξεύρεση συγκεκριμένων, πρακτικά εφαρμόσιμων λύσεων στο θέμα των πυρόπληκτων δανείων των μελών τους, και μετά τη συνάντηση της 5/2/2018 με τον ειδικό γραμματέα Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους κ. Φώτη Κουρμούση, οι επικεφαλής των ΔΣ των Επιμελητηρίων συναντήθηκαν χθες στο υπουργείο Οικονομικών με τον αναπληρωτή υπουργό, κ. Αλέξη Χαρίτση, παρουσία και του κ. Κουρμούση. Στη συνάντηση μετείχε και o νομικός – τεχνικός σύμβουλος κ. Νικόλαος Μπάστας.

Κατά τη συζήτηση τέθηκε μετ’ επιτάσεως η ανάγκη αντιμετώπισης των θεμάτων που αντιμετωπίζουν τα μέλη των Επιμελητηρίων με τη διαχείριση των πυρόπληκτων δανείων, και η ανάγκη αξιοποίησης του γενικότερου ευνοϊκού κλίματος ρύθμισης δανείων από τις τράπεζες, οι οποίες όμως είναι εκ προοιμίου αρνητικές στη ρύθμιση δανείων με την εγγύηση του ελληνικού δημοσίου. Προσδιορίστηκε με σαφήνεια ο διακριτός χαρακτήρας και προτεινόμενος τρόπος αντιμετώπισης των ειδικότερων κατηγοριών αυτών των δανείων (με ή χωρίς την εγγύηση του δημοσίου, εξυπηρετούμενα ή μη), με ιδιαίτερη επισήμανση στα δάνεια των μικρομεσαίων επιχειρήσεων. Κατατέθηκε στον αναπληρωτή υπουργό και κείμενο συναντίληψης των εμπλεκομένων Επιμελητηρίων, όπου προτείνονται συγκεκριμένες λύσεις για την αντιμετώπιση της κάθε κατηγορίας δανείων, ενώ ζητήθηκε η συμβολή του στην ανάπτυξη των κατάλληλων πολιτικών και νομοθετικών πρωτοβουλιών, ώστε να μπορέσει να υποστηριχθεί ο επιχειρηματικός ιστός του νομού μας.

Ο κ. Χαρίτσης υπέδειξε τη διαδικασία του εξωδικαστικού μηχανισμού ρύθμισης χρεών ως τον καταλληλότερο τρόπο διαχείρισης τουλάχιστον των δανείων που δεν εξυπηρετούνται (κόκκινα δάνεια), ενώ ο ειδικός γραμματέας δεσμεύτηκε για τη συνεχή βελτίωση του μηχανισμού και αντιμετώπιση των όποιων δυσλειτουργιών του. Ο αν. υπουργός δεσμεύτηκε ότι σε προσεχή συνάντηση με την Ένωση Ελληνικών Τραπεζών θα θέσει το ζήτημα της ανάγκης επίδειξης από πλευράς των τραπεζών μεγαλύτερου ενδιαφέροντος για τη ρύθμιση αυτών των δανείων, ιδίως όταν η κατάπτωση της παρασχεθείσης εκ μέρους του δημοσίου εγγύησης τελεί εν αμφιβόλω εξαιτίας ενεργειών ή παραλείψεων από πλευράς των τραπεζών.