“Παρά προστάτας νάχωμεν…”

του Βαγγέλη Μητράκου


Αφού τα δώσαμε ΟΛΑ στις «αγορές», αφού βουλιάξαμε στη μνημονιακή φτώχεια το λαό, αφού υποθηκεύσαμε το μέλλον γενεών και γενεών, αφού ξεπουλήσαμε τον εθνικό πλούτο, αφού παραδώσαμε τα κλειδιά της εθνικής ανεξαρτησίας, αφού παραχωρήσαμε εθνικά δίκαια, αφού… αφού… αφού…, οι αγορές (μιας και φανήκαμε τόσο καλά, υπάκουα και υποτακτικά παιδιά) «μας έκαναν τη χάρη» να αγοράσουν, με ληστρικό επιτόκιο, το δεκαετές ομόλογο που εκδώσαμε, δανείζοντάς μας 2,5 δισεκατομμύρια ευρώ, για να πληρώσουμε δόσεις προηγούμενων δανείων!!! Έτσι, το χρέος προς τα αφεντικά γιγαντώνεται περαιτέρω και γίνεται ταφόπλακα των, ακόμα, αγέννητων ελλήνων, μαζί με τη μνημονιακή δυστυχία, την εξάρτηση και την εκμετάλλευση της Ελλάδας και του λαού της.

Δυστυχώς, μετά από 193 χρόνια, ο ποιητικός λόγος του Ανδρέα Κάλβου παραμένει επίκαιρος και σαλπίζει ανάταση κι εγρήγορση προς όσους έλληνες έχουν ακόμα αυτιά για να ακούνε, ψυχή για να νιώθουν και νου για να σκέπτονται.

Η «Ωδή έκτη – Αι Ευχαί» γράφτηκε το 1825, το έτος που η Ελλάδα, με μια συμφωνία, δέχθηκε επίσημα την αγγλική προστασία, η οποία έμεινε γνωστή ως «Πράξις Υποταγής»

Ωδές και ευχές που ακούγονται σαν αναθέματα προς όσους πανηγυρίζουν, διαχρονικά, ως επιτυχία τα αυξανόμενα δεσμά της υποτέλειάς μας.

Tης θαλάσσης καλήτερα

φουσκωμένα τα κύματα

‘να πνίξουν την πατρίδα μου

ωσάν απελπισμένην,

έρημον βάρκαν.

* * * * * * *

Στην στεριάν, ‘στα νησία

καλήτερα μίαν φλόγα

‘να ιδώ παντού χυμένην,

τρώγουσαν πόλεις, δάση,

λαούς και ελπίδας.

* * * * * * *

Kαλήτερα, καλήτερα

διασκορπισμένοι οι Έλληνες

‘να τρέχωσι τον κόσμον,

με εξαπλωμένην χείρα

ψωμοζητούντες•

Παρά προστάτας ‘νάχωμεν. (…)