Διαβάζω στην “Εφημερίδα των Συντακτών” σχετικά με τα στοιχεία της έρευνας “Πώς και γιατί παραβιάζεται η δεοντολογία στα ΜΜΕ (2009-2014)”, που παρουσιάστηκε σε ημερίδα που διοργανώθηκε από το Εργαστήριο Οπτικοακουστικών Μέσων του τμήματος Επικοινωνίας και ΜΜΕ της Σχολής Οικονομικών και Πολιτικών Επιστημών του ΕΚΠΑ, και μοιραία έρχεται η σύγκριση στο μυαλό μου της κατάστασης που επικρατεί και στο τοπικό δημοσιογραφικό τοπίο, το οποίο υπηρετώ.
Σύμφωνα λοιπόν με την έρευνα, η πιο συνηθισμένη παραβίαση της ραδιοτηλεοπτικής νομοθεσίας και της δημοσιογραφικής δεοντολογίας στα ελληνικά ραδιοτηλεοπτικά μέσα -επιτρέψτε μου να προσθέσω πως η ίδια κακή εικόνα (πολλές φορές ακόμα χειρότερη, αφού δεν υπάρχει άμεσος έλεγχος των πληροφοριών που “ανεβαίνουν”) επικρατεί και στα ηλεκτρονικά μέσα-, είναι η υποβάθμιση προγράμματος. Δεύτερη σε συχνότητα παράβαση είναι η παραπλάνηση κοινού μαζί με την παραπλανητική διαφήμιση, ενώ η προσβολή προσωπικότητας είναι η τρίτη σε σειρά παράβαση.
Όπως αναφέρεται στην ίδια έρευνα, οι κατηγορίες παράβασης αφορούν τη μη διασφάλιση της πολιτικής πολυφωνίας, την προβολή βίας, την ανακριβή μετάδοση γεγονότων, την αθέμιτη συλλογή πληροφοριών, την αναξιοπρεπή συμπεριφορά, την προσβολή της προσωπικότητας και του ιδιωτικού βίου, καθώς και τον μη σεβασμό του τεκμηρίου της αθωότητας.
Εκφράσεις όπως “απόβαση”, “πολιορκία” και “έξαρση εγκληματικότητας” είναι μερικές μόνο από τις εκφράσεις που κυριαρχούν στα ελληνικά ΜΜΕ. Πρόκειται για λέξεις και εκφράσεις που δεν αποτελούν γλωσσικό ολίσθημα, αλλά πολλές φορές σχολαστικά επιλεγμένες διατυπώσεις, οι οποίες συνιστούν έναν λόγο εμπρηστικό, που παρουσιάζει τους μετανάστες όχι μόνο ως περιττούς αλλά και ως επικίνδυνους.
Διαβάζοντας λοιπόν τα παραπάνω, μου έρχονται στο μυαλό εικόνες από τις μαγικές στιγμές της δημοσιογραφικής μου καριέρας στην επαρχία, όπου ειρωνικοί τίτλοι άλλων ΜΜΕ όπως “Καλώς τα δεχτήκαμε” για το ενδεχόμενο δημιουργίας κέντρου φιλοξενίας προσφύγων στην περιοχή ή το σχόλιο διαχειριστή επίσημης σελίδας κοινωνικού δικτύου “ενημερωτικού” μέσου της Λακωνίας “ΟΥΣΤ ξεφτιλισμένε” για την περίπτωση του απαράδεκτου υβριστή των τριών νεκρών του ελικοπτέρου του Πολεμικού Ναυτικού, θεωρούνται φυσιολογικοί. Κορυφαία στιγμή αποτελεί επίσης η επιμονή “συναδέλφου” σε συνέντευξη τύπου που έδωσε ο περιφερειάρχης σχετικά με τον αποχαρακτηρισμό του Χυμοφίξ, να μάθει από τον κ. Τατούλη την αντίθετη άποψη ενώ οι υποστηρικτές της απουσίαζαν. Θυμάμαι χαρακτηριστικά τη σκηνή που, φουσκώνοντας από περηφάνεια, απηύθυνε με στόμφο στον περιφερειάρχη “επειδή εγώ προσωπικά θέλω να κάνω ρεπορτάζ, και να ‘χω και την άλλη άποψη”! Έσπευσε λοιπόν ο κ. Τατούλης να τον πληροφορήσει πως ο ίδιος δεν ήταν αρμόδιος να μεταφέρει την άποψη της άλλης πλευράς και πως έπρεπε να ρωτηθεί η ίδια (σ.σ. αν θες να κάνεις ρεπορτάζ, πράγματι έτσι γίνεται). Για να μη θυμηθώ και τη μόνιμη επωδό “Στη Λακωνία πότε;;;”, που συνοδεύει κάθε άρθρο για κάποια θετική πρωτοβουλία σε άλλη περιοχή. Από εκφραστικά μέσα… φτώχεια, πείνα, δυστυχία…
Για την υποβάθμιση του προγράμματος, κάθε λόγος είναι περιττός. Με κύρια θεματολογία τις ειδήσεις lifestyle και τα τηλεμάρκετινκ, τα περισσότερα από τα περιφερειακά και τοπικά ΜΜΕ δεν έχουν τίποτα να ζηλέψουν από τη σαβούρα των μεγάλων εθνικών σταθμών. Ο ερασιτεχνισμός και ο καιροσκοπισμός στο απώγειό τους.
Τι σημαίνει όμως δημοσιογραφική δεοντολογία; Μήπως ζητάμε πολλά από απαίδευτους αυτοαποκαλούμενους δημοσιογράφους που θεωρούν πως ένας φανφαρότιτλος με έξι θαυμαστικά και τέσσερις σειρές αποσιωπητικά θα δώσουν κύρος στην κάθε μπαρούφα που δημοσιεύουν; Αν όχι ίδιο, αντίστοιχο μερίδιο ευθύνης βέβαια έχει το κοινό που επιλέγει να στηρίζει αυτού του είδους τη δημοσιογραφία.
Δημοσιογράφο δεν σε κάνει μια κάμερα ή μια φωτογραφική μηχανή. Εκτός και αν δεν έχεις επίγνωση του θεσμικού (και παιδευτικού) σου ρόλου.
Αφροδίτη Ρουμανέα